Το Μουσείο Άλεξ Μυλωνά – Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης παρουσιάζει την έκθεση Franz West: Ο Βιεννέζος Φίλος - Franz West και Herbert Brandl, Mike Kelley, Martin Kippenberger, Peter Kogler, Mariella Simoni, Octavian Trauttmansdorff, Otto Zitko, Heimo Zobernig την οποία επιμελήθηκε ο Ντένης Ζαχαρόπουλος. Η έκθεση είναι μια παραγωγή του Μουσείου Άλεξ Μυλωνά - ΜΜΣΤ σε συνεργασία με το Institute for Contemporary Art and Thought ITYS, θα εγκαινιαστεί την Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου, στις 20:00 και θα διαρκέσει έως και τις 5 Μαΐου 2013.
Για πάνω από τριάντα χρόνια η παρουσία του Franz West (1947-2012), ενός από τους ιδιαίτερα σημαντικούς καλλιτέχνες της εποχής μας στη Βιέννη, επιτρέπει σε πολλούς νεότερους καλλιτέχνες, αλλά και σε σημαντικούς κριτικούς και επιμελητές από άλλες χώρες, να συναντηθούν και να αναπτύξουν κοινή πορεία μέσα από τα έργα τους, τις εκθέσεις, τους θεσμούς, τις διαδρομές, τα γεγονότα. Ο Ντένης Ζαχαρόπουλος, σε συνεργασία με το ίδρυμα ITYS, αποτίει ένα φόρο τιμής στο σημαντικό αυτό δημιουργό: μαζί του συνεργάζεται από τα πρώτα χρόνια του 1980, παρουσιάζοντας μια σειρά από έργα καλλιτεχνών φίλων και συνοδοιπόρων του, που καλύπτουν όλη αυτή την περίοδο και όπου οι φιλίες και τα έργα εμψυχώνουν τις γλώσσες και τα ιδιώματα της εποχής.
Όπως αναφέρει ο επιμελητής της έκθεσης Ντένης Ζαχαρόπουλος για το έργο του West: Για πάρα πολλά χρόνια το ανθρώπινο σώμα θεωρείτο ως το περίβλημα της ψυχής. Έπρεπε να περιμένουμε πολλούς αιώνες για ν' ανοιχτεί το περίβλημα αυτό, να μπορέσει να εξεταστεί το περιεχόμενο του, να μελετηθεί, ν' απομνημονευτεί. Έκτοτε το σώμα υπέστη πολλές μεταμορφώσεις. Εννοήθηκε άλλοτε σαν εργαλειοθήκη, άλλοτε σαν συλλογή οργάνων, άλλοτε σαν σύνολο λειτουργιών. Το περίβλημα αυτό ανοίχτηκε κι έδωσε τη θέση του σε ένα κουτί, σε μια μηχανή, σ' ένα κατάστιχο, σ' ένα δίκτυο. Η Γλυπτική από τον καιρό του Ροντέν ή του Μεντάρντο Ρόσο, του Μπρανκούζι ή του Ντυσάν, θρυμματίζοντας την αρχαία αγαλματοποιία μας έκανε κοινωνούς μιας νέας προτίμησης που ενσωμάτωνε το περιεχόμενο μέσα στο κουτί του, το κατάστιχο μέσα στο απόθεμα, το σύνολο μέσα στο απόσπασμα, τη λειτουργία μέσα στο όργανο, το δίκτυο μέσα στο σταθμό. Ο λόγος του γλύπτη, είτε ιστορικός είτε μορφολογικός, πέρασε από το βάθρο στη γεωμετρία, από την ενότητα στον αριθμό, μετατρέποντας μ' αυτό τον τρόπο το άνοιγμα του περιβλήματος και την κλεμμένη επιστολή που ήταν το περιεχόμενό του, σε μια εξαιρετική υπηρεσία Ταχυδρομείου με δικά της γραμματόσημα, γραμματοκιβώτια, κέντρα ταξινόμησης και διανομής, ταχυδρόμους και άμαξες, δελτάρια και διευθύνσεις. Από αυτόν τον αχανή αυτόν χώρο κυκλοφορίας μέσα στον Κόσμο με τη σειρά τους, ο Φοντάνα συνέλαβε την έννοια, ο Μπάρνετ Νιούμαν την πράξη, ο Τζιακομέττι το θραύσμα, ο Υβ Κλάιν την ακτινοβολία, ο Μαντζόνι το θράσος, ο Μπόυς το βάθος, ο Μπρούταρς την αδράνεια, ο Πιστολέττο τη διάσταση, ο Σολ Λεβίττ την σταθερότητα, ο Μπρους Νάουμαν την εναλλακτικότητα, ο Μάριο Μερτς το άπειρο, ...πριν φτάσουμε σήμερα στο σημείο εκείνο όπου το γράμμα έφτασε ανοιχτό έως εμάς και μας παραδίδει συνολικά στη Σημασία. Εκκρεμείς στο χώρο του κόσμου ως κεραυνοβολημένοι προτείνουμε το στήθος μας στο γαλανό, προπετείς μπρος στο βάθος, εναλλακτικοί μπρος στην αδράνεια, σταθεροί μπρος στη διάσταση που μας προβάλλει στο άπειρο. Από αυτή τη μέρα κι ύστερα ένα έργο τέχνης δένετε μαζί μας όπως το βιολί με τον ώμο του βιολιστή, όπως η πατερίτσα κάτω από τη μασχάλη του κουτσού, όπως η βαλίτσα με το χέρι του ταξιδιώτη, όπως το παιδί με το στήθος της μάνας του, η ξαπλώστρα με τα οπίσθια της Μαντάμ ντε Ρεκαμιέ, οι φτερούγες με την αγγελική υπόσταση, το φως με τον καλοκαιρινό ουρανό, ο πόθος με το δέντρο της Γνώσης, το χαρτόσημο με τις συμβολαιογραφικές πράξεις, το ακουστικό με το αυτί της τηλεφωνήτριας, η φωνή με την κοιλιά του τραγουδιστή, το γυμνό σώμα με την ερωτική ανατριχίλα, το σύμπαν με το δρόμο των άστρων, ο ύπνος με την ώρα της ξεκούρασης, ο ορίζοντας με το βήμα του πλάνητα, η μέθη με την ουσία του κρασιού. Δένετε μαζί μας και μας εμπεριέχει --ο έμψυχος χώρος-- αποσπασματικούς και πλάγιους, μας σκεπάζει και μας περικλείει, περαστικούς και χερσαίους με χίλιες πλευρές που τεντώνονται και παραδίνονται στην ψυχή ξεβάφοντας, σαν το μητρικό σεντόνι κατά μήκος μιας στήλης καμωμένης από σπόνδυλους και μυελό, το λουλουδάτο χαλί της. Στις αίθουσες ή τα πάρκα, τις εκθέσεις ή τα περάσματα στη πόλη, μέσα από το πλαίσιο θεσμών ή της καθημερινής ανεκδοτολογίας του κόσμου, ο Φράντς Βεστ συγκεντρώνει τα κομμάτια της ψυχής --τρομερά και γλυκά, μεγαλοπρεπή κι εύθραυστα, αποκρουστικά και τρυφερά-- και μας συμπλέκει μέσα στο έργο του ως μια τεράστια κουρελού: passstücke, ντιβάνια, καθίσματα, κινήσεις, βαψίματα, στάσεις, χαλιά, βίντεο, φωνές, χειρονομίες, προοπτικές, πρόσωπα, χρώματα και συναισθήματα, πράγματα και πάθη όπως η εικόνα που σχηματίζεται μέσα από τους κόμπους στο χαλί του Κόσμου που μας σημασιοδοτεί. Από την ημέρα εκείνη και μέχρι ετούτη τη στιγμή, είναι πλέον η ψυχή το περίβλημα του σώματος.
Επίσης σημειώνει για τις σχέσεις του Franz West με τους φίλους και συνοδοιπόρους καλλιτέχνες που παρουσιάζονται στην έκθεση: Οι Franz West, Herbert Brandl, Peter Kogler, Octavian Trauttmansdorff, Otto Zitko και Heimo Zobernig αυστριακοί καλλιτέχνες συναντήθηκαν ήδη από την αρχή της δεκαετίας του ‘80 και συνεργάστηκαν στενά, μοιράστηκαν την καλλιτεχνική ζωή αλλάζοντας την πραγματικότητα της αυστριακής παρουσίας στο διεθνή χώρο, όχι γιατί έφτιαξαν κάποια νέα τάση, αλλά γιατί συνεργάστηκαν ώστε να διαμορφώσουν μια πολύ ανοιχτή και ενδιαφέρουσα πλατφόρμα όπου ο συνεχής διάλογος από την καθημερινή ζωή στην καλλιτεχνική έρευνα να επηρεάσει την έννοια μιας ευρύτερης παιδείας. Σε αντίθεση με την λόγια παιδεία του καθωσπρεπισμού πέτυχαν να θεμελιώσουν μια ουσιαστική παιδεία μέσα από την αντισυμβατική στάση και ειρωνεία με την οποία λειτούργησαν μπρος σε κάθε είδους ακαδημαϊσμό ή σοβαροφάνεια. Με τη στάση τους αυτή τράβηξαν δίπλα τους μεγάλο αριθμό σημαντικών καλλιτεχνών από όλα τα μέρη του κόσμου όπως τους, Mike Kelley, Martin Kippenberger ή τη Mariella Simoni επιτυγχάνοντας να μετατρέψουν την καλλιτεχνική ζωή, την αγορά της τέχνης, και την παιδαγωγική των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στη Βιέννη και γενικότερα στην Αυστρία και να μετατρέψουν μια τοπικιστική και κλειστή κοινωνία σε μια διεθνή, ανοιχτή και απρόβλεπτη ζωντανή πνευματική και καλλιτεχνική πραγματικότητα. Με επικεφαλής τον Franz West, αντιμετώπισαν δυναμικά και ευφάνταστα κάθε εγγενή τάση προς την συμβατικότητα και την αρτηριοσκλήρυνση που προκαλεί η αναγνώριση και η εξουσία. Ο Franz West μέχρι τέλους ενέπνευσε συστηματικά το περιβάλλον του να παραμείνει νέο και να συνεχίσει να εκπλήσσεται από το τι μπορεί να συμβαίνει γύρω μας κάθε στιγμή, να αντιμετωπίζει πάντα με πνεύμα αφελές, γεμάτο ερωτηματικά και χιούμορ το κάθε τι, ξεκινώντας πρώτα από όλα γενναιόδωρα, με την αυτοκριτική στάση του καλλιτέχνη του ίδιου που αποδύεται δημόσια το ναρκισσισμό του. Έτσι καλλιτέχνες σαν τον Mike Kelley ή τον Martin Kippenberger μεταξύ πολλών άλλων, ήταν δίπλα του και μοιράστηκαν την απομυθοποίηση του μυσταγωγικού ρόλου του καλλιτέχνη και την κοινωνική διάσταση του έργου σαν κριτικό εργαλείο ή και σαν εργαλείο που προκαλεί κρίσεις οι οποίες αφυπνίζουν τόσο το κοινό όσο και τον καλλιτέχνη τον ίδιο. Από τον John Baldessari, τον Joseph Kosuth, τον Lawrence Weiner, τον Jimmy Durham στον Mario Merz, τον Pierpaolo Calzolari, τον Michelangelo Pistoletto, τον Γιάννη Κουνέλλη και τη Marina Abramovic, μέχρι ένα μεγάλο μέρος συνομήλικών του όπως η Mariella Simoni, o Jean Marc Bustamante, o Juan Munoz, o Thomas Schütte, o Günther Förg, ο Reinhard Mucha, ο Albert Oelen, ο Richard Deacon, ο Ernst Caramelle, ο κύκλος των καλλιτεχνών γύρω του ήταν συνεχώς ανοιχτός και πλούσιος σε αντιπαραθέσεις και διάλογο που χτύπησε καίρια κάθε είδους φορμαλισμό και κομφορμισμό. Ο Βιεννέζος Φίλος παραμένει μια τόσο σημαντική μορφή ανάμεσά μας μέσα από το έργο και την πνευματική υποθήκη που ολοκληρώνει και κληροδοτεί στις νεώτερες γενιές.
Το 2012 ο Φραντς Βεστ αφήνει την καρέκλα του άδεια. Η καρέκλα αυτή, που έχει βρει τη λειτουργικότητά της ως τέτοια, αλλά και την ιδιαιτερότητά της ως γλυπτό, όχι μόνο είναι σύμβολο του έργου του, αλλά σφραγίζει και τη θέση του στην Ακαδημία των Τεχνών της Βιέννης και στα σπίτια των φίλων του, στις dokumenta 9 και 10 και σε πολλά μουσεία και θεσμούς στον κόσμο.
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Franz West γεννήθηκε στην Βιέννη το 1947, όπου και πέθανε το 2012. Σπούδασε στην Ακαδημία Εφαρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης. Έργα του συμπεριλαμβάνονται σε πολλές δημόσιες συλλογές. Έχει εκθέσει έργα του σε όλο τον κόσμο και σε σημαντικούς χώρους όπως το MoMA της Νέας Υόρκης, η Whitechapel Gallery στο Λονδίνο, η Kunsthalle Wien, οι Gagosian Galleries , το Museo Tamayo στο Μεξικό. Ανάμεσα στις πιο πρόσφατες ατομικές εκθέσεις του συμπεριλαμβάνονται οι: “We’ll Not Carry Coals”, Kunsthaus Bregenz, Αυστρία (2003)∙ “Recent Sculptures”, Lincoln Center, Νέα Υόρκη (2004)∙ Vancouver Art Gallery (2005)∙ MAK, Βιέννη (2008)∙ και “To Build A House You Start with the Roof: Work, 1972-2008”, Baltimore Museum of Art (η οποία παρουσιάστηκε στο διάστημα 2008-2009 στο Los Angeles County Museum of Art και στο Foundation Beyeler, Βασιλεία). Η μεγάλη αναδρομική έκθεση “Franz West: Autotheater” εγκαινιάστηκε στο Museum Ludwig της Κολωνίας το 2010 και το 2011 περιοδεύει στο MADRE της Νάπολης και στο Universalmuseum, στο Γκρατς.
Ο Herbert Brandl, (1959, Γκρατς, Αυστρία) είναι Αυστριακός ζωγράφος. Σπούδασε από το 1978 στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης (με τους Herbert Tasquil και Peter Weibel) και από το 2004 είναι καθηγητής στην Art Academy στο Dusseldorf. Από τα μέσα της δεκαετίας του ογδόντα, συμμετέχει σε μεγάλες διεθνείς εκθέσεις, μεταξύ των οποίων στη Μπιενάλε του Παρισιού (1985), στο Musée d'Art de la Ville de Paris (1990), στη documenta IX (1992) και στη Painting on the Move, Kunsthalle Basel, Museum of Contemporary Art (2002). Το 2007 εκπροσώπησε την Αυστρία στη Biennale της Βενετίας. Ο Herbert Brandl ζει και εργάζεται στη Βιέννη και είναι ένας από τους πιο σημαντικούς αυστριακούς εκπροσώπους της σύγχρονης ζωγραφικής.
Ο Michael "Mike" Kelley (1954, Ντιτρόιτ, Μίσιγκαν, ΗΠΑ) σπούδασε στο California Institute of the Arts και το University of Michigan. Στο έργο του συναντούμε τυχαία αντικείμενα που βρίσκει, υφασμάτινα πανό, σχέδια, assemblage, κολλάζ, performance και βίντεο. Έχει εργαστεί συχνά ομαδικά με άλλους καλλιτέχνες όπως οι Paul McCarthy, Tony Oursler και John Miller. Σε άρθρο του στην εφημερίδα The New York Times, το 2012, ο Holland Cotter τον περιγράφει σαν «ένα από τους πιο σημαντικούς Αμερικανούς καλλιτέχνες του περασμένου αιώνα και σχολιαστή της λαϊκής κουλτούρας και των νεανικών εξεγέρσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις σημαντικότερες εκθέσεις του περιλαμβάνονται οι: "Catholic Tastes," Whitney Museum of American Art, New York and Los Angeles County Museum of Art (1993); "Mike Kelley," Museu d'art Contemporani, Barcelona (1997); "Framed and Framed, Test Room, Sublevel," MAGASIN, Grenoble (1999); "The Uncanny," Tate Liverpool and Museum Moderne Kunst Stiftung Ludwig, Vienna (2004); "Profondeurs Vertes," Musée du Louvre (2006); and "Educational Complex Onwards: 1995-2008," WIELS Centre d'Art Contemporain (2008). Πέθανε στο Λος Άντζελες το 2012.
Ο Martin Kippenberger (1953, Ντόρτμουντ, Γερμανία - 1997, Βιέννη, Αυστρία), Γερμανός καλλιτέχνης, ήταν γνωστός για την εξαιρετικά πληθωρική παραγωγή του σε ένα ευρύ φάσμα τεχνοτροπιών και μέσων, όπως επίσης για την προκλητική, αστεία και του φανατικού πότη δημόσια περσόνα του. Ο Kippenberger "θεωρείται ευρέως σαν ένας από τους πιο ταλαντούχους Γερμανούς καλλιτέχνες της γενιάς του», σύμφωνα με την Roberta Smith, κριτικό των New York Times. Αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της γενιάς των Γερμανών enfants terribles μαζί με τους Albert Oehlen, Markus Oehlen, Werner Büttner, Georg Herold, Dieter Gols, και Günther Förg. Έχει εκθέσει έργα του στη documenta X, Kassel (1997), Kunsthalle Bassel (1998), Reinaissance Society, Chicago (2000), Zwirner & Wirth, New York (2002), Centre Georges Pompidou, Paris (2002) κ.α..
Ο Peter Kogler (1959, Ίνσμπρουκ, Αυστρία) ζει και εργάζεται στη Βιέννη. Σπούδασε στην Vienna Academy of Fine Arts. Έχει εκθέσει έργα του από το 1979, μεταξύ άλλων στην 46η Biennale της Βενετίας (1995), στην documenta X στο Kassel (1997), στην Expo στο Αννόβερο (2000), στη Villa Arson στη Νίκαια (2002), στην Kunstverein στο Αννόβερο (2004) και στην Galerie Crone του Βερολίνου (2004). Από το 1997 είναι καθηγητής της Vienna Academy of Fine Arts, υπεύθυνος για τις computer και video art και στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μονάχου. Η Mariella Simoni (1948, Ντεσεντζάνο, Ιταλία), σπούδασε φιλοσοφία και ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Πάρμας. Κερδίζοντας την υποτροφία του κριτικού τέχνης Giulio Carlo Argan, ταξιδεύει στο Λονδίνο, όπου επηρεάζεται σημαντικά από το έργο του Mark Rothko. Μετακομίζει στο Μιλάνο, όπου σπουδάζει ψυχανάλυση, ψυχολογία και φιλοσοφία, μελετώντας τις φροϋδικές αλλά και τις λακανικές αρχές. Το 1975, η Simoni συναντιέται με τους Mario και Marisa Merz, Luciano Fabro, Pierpaolo Calzolari, Γιάννη Κουνέλλη και άλλους καλλιτέχνες και έχει την πρώτη της έκθεση. Το 1977, η Simoni επιστρέφει στο Παρίσι, και παρακολουθεί μαθήματα από τον Λακάν. Στην Αθήνα, εκθέτει επανειλημμένα στη Γκαλερί Bernier από το 1979. Στη συνέχεια του ίδιου έτους εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη. Οι πρώτες της ατομικές εκθέσεις παρουσιάζονται σε Μιλάνο, Μπρέσια, Βιέννη και Αθήνα. Στη Βιέννη εκθέτει με τον Peter Pakesch και συναντά καλλιτέχνες όπως οι Otto Zitko, Franz West, και Herbert Brandl με τους οποίου συνδέεται με στενή φιλία και συνεργασία. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και με την προτροπή του Jan Hoet μετακομίζει από το Παρίσι όπου ζει, στη Γάνδη. Με ένα διάλειμμα στο San Casciano dei Bagni και τη Νέα Υόρκη, η Simoni επιστρέφει στη Βόρεια Ιταλία, όπου ζει και εργάζεται στην περιοχή της λίμνης Garda.
Ο Octavian Trauttmansdorff (1965, Βιέννη, Αυστρία) ζει στη Βιέννη και ασχολείται με τη φωτογραφία, το βίντεο, τη performance και τις εγκαταστάσεις. Σπούδασε στη School of Applied Arts in Vienna με τους Ernst Caramelle και Ferdinand Schmatz. Έχει εκθέσει τη δουλειά του από το 1993 στην Μπιενάλε της Βενετίας, στο Ambrosi Museum της Βιέννης, στο Centre d'Art Contemporain του Φράιμπουργκ, στη Μπιενάλε του Βερολίνου, στην Kunsthalle Bremen κ.α. Διερευνά τις συνθήκες παραγωγής και ανάγνωσης της τέχνης, καθώς και τους μηχανισμούς της κοινωνικής συμπεριφοράς με την ανατρεπτική ένταξη της θεσμικής κριτικής, έργα-εγκαταστάσεις με ευρεία χρήση των μήντια τη δεκαετία του ’90 και σύγχρονες κοινωνικο-πολιτικές καταστάσεις στα έργα του. Η συνεργασία του με το Franz West είναι πολύ στενή.
Ο Otto Zitko (1959, Linz, Αυστρία) ζει στη Βιέννη και είναι ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους καλλιτέχνες της Αυστρίας και με μεγάλη επιρροή. Μεταξύ 1977 και 1982 σπούδασε στην Vienna Academy of Applied Arts με τους Herbert Tasquil και Peter Weibel. Ξεκινά με τη ζωγραφική του τελάρου για να αναπτυχθεί από τα χρόνια του ‘80 στην προβολή στο χώρο και το ελεύθερο σχέδιο που ακολουθεί ζωγραφικά την κίνηση του χεριού. ιδιαίτερη έμφαση παίρνει η ρευστή συνεχής γραμμή που αναπροσδιορίζει την πραγματικότητα. Το αποτέλεσμα είναι αναπάντεχο και δημιουργεί δυναμικούς χώρους μιας ανεξάντλητης παρουσίας. Έχει εκθέσει, μεταξύ άλλων, στα "Me, Myself and I" με την Louise Bourgeois στο Βερολίνο (2010), στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Kiasma στο Ελσίνκι (2005), στο Austrian Cultural Forum στην Πράγα (2004), στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Βερολίνο (2009) κ.α.. Το 1996 κερδίζει το βραβείο Otto Mauer Monsignor και το 2004 το βραβείο της πόλης της Βιέννης για τις εικαστικές τέχνες.
Ο Heimo Zobernig (1958, Mauthen) ζει στη Βιέννη. Σπούδασε στην Academy of Fine Arts (1977-1980) και στο College of Applied Arts (1980-1983) στη Βιέννη. Ήταν επισκέπτης καθηγητής στο College of fine Arts του Αμβούργου (1994-1995) και Καθηγητής Γλυπτικής στο College of Fine Arts Städelschule της Φρανκφούρτης (1999-2000). Από το 2000 είναι Καθηγητής Γλυπτικής στην Academy of Fine Arts της Βιέννης. Έχει εκθέσει διεθνώς στις μεγαλύτερες εκθέσεις και μουσεία μεταξύ των οποίων η documenta IX (1992) και X (1997), Κάσελ. Η καλλιτεχνική πορεία του Heimo Zobernig συνίσταται σε μια ακούραστη ερμηνευτική των διαστημάτων ανάμεσα στα πράγματα ανάμεσα στα γράμματα του αλφαβήτου, ανάμεσα στα χρώματα, ανάμεσα σε ξεχωριστά αντικείμενα και χώρους. Η τέχνη του δείχνει πρώτα από όλα τον τρόπο λειτουργίας της, το πως γίνεται και το πως παράγει σημασία. Λίγο τον αφορούν τα υλικά και κυρίως αναπαράγει μορφές και χρησιμοποιεί πειστικά τις απλούστερες υποστάσεις για να πετύχει ουσιαστικότερο αποτέλεσμα. |