Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε ο τούρκος δημιουργός Ερντέν Κιράλ την Κυριακή 6 Νοεμβρίου, στην Αποθήκη Γ, στο πλαίσιο του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, παρουσία του διευθυντή του Φεστιβάλ Δημήτρη Εϊπίδη. Το τμήμα Ματιές στα Βαλκάνια της φετινής διοργάνωσης πραγματοποιεί αφιέρωμα στο - άγνωστο στη χώρα μας - σινεμά του Ερντέν Κιράλ, ο οποίος το βράδυ του Σαββάτου 5/11 τιμήθηκε από τον θεσμό σε ειδική εκδήλωση.
Στη συνέντευξη Τύπου, την οποία συντόνισε ο υπεύθυνος του τμήματος Ματιές στα Βαλκάνια, Δημήτρης Κερκινός, ο τούρκος σκηνοθέτης μίλησε για πολλές και ενδιαφέρουσες πτυχές της μακρόχρονης διαδρομής του, καθώς και για τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες μέσα από τις οποίες εξελίχθηκε ως δημιουργός.
Παίρνοντας πρώτος το λόγο, ο κ. Εϊπίδης αναφέρθηκε την ιδιαίτερη τιμή που αισθάνονται οι διοργανωτές του 52ου ΦΚΘ για το γεγονός ότι φιλοξενούν και τιμούν «έναν κορυφαίο τούρκο σκηνοθέτη, έναν κινηματογραφιστή που έχει αφήσει πίσω του ένα σημαντικό αριθμό ταινιών και έχει επηρεάσει με το έργο του και τη νέα γενιά τούρκων σκηνοθετών», όπως σημείωσε. Παράλληλα, ο κ. Εϊπίδης εξέφρασε τη χαρά του για τη βράβευση του Ερντέν Κιράλ από τη διοργάνωση, καθώς και για το γεγονός ότι φέτος παρουσιάζεται το σύνολο σχεδόν της φιλμογραφίας του τούρκου auteur, ενώ δεν παρέλειψε να τονίσει και τη διαρκή άνοδο της τουρκικής κινηματογραφικής παραγωγής.
Στη συνέχεια της συνέντευξης Τύπου, ο Ερντέν Κιράλ, αναφερόμενος στις ποικίλες δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων των ταινιών του, παρατήρησε: «Άρχισα να κάνω ταινίες το ’78. Όπως γνωρίζετε, το 1980 έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία και ως εκ τούτου οι ταινίες μου γυρίστηκαν μέσα σε ένα περιβάλλον πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής. Τα γυρίσματα γίνονταν σχεδόν κρυφά κι έτσι προτιμούσα να δίνω μια μεταφορική χροιά στις ταινίες μου, επιλογή για την οποία έχω την αίσθηση ότι θυμίζω κάπως τον Κάρλος Σάουρα. Παρόλα αυτά, η αλήθεια είναι ότι με θλίβει να μιλάω για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζα».
Ο τούρκος δημιουργός μίλησε επίσης για τη σχέση του με τον Γιλμάζ Γκιουνέι, την επιρροή που του άσκησε, τη συνειδητοποίηση των δυσκολιών που αντιμετώπιζε όταν ο μέντοράς του βρισκόταν στη φυλακή, καθώς και τη διακοπή της συνεργασίας τους εξαιτίας μιας διαφωνίας. «Ύστερα από τη διαφωνία μου με τον Γκιουνέι γύρισα στα κρυφά την ταινία Μέρες στο Χακάρι. Η ταινία ήταν απαγορευμένη στην Τουρκία και το κοινό εκεί έπρεπε να περιμένει πέντε χρόνια προτού τη δει, παρά τη βράβευσή της στο Φεστιβάλ του Βερολίνου», επεσήμανε ο κ. Κιράλ. Μιλώντας για το στυλ και τις επιρροές του, ο ίδιος δήλωσε: «Πάντα προσπαθούσα να με διακρίνει μια ρεαλιστική προσέγγιση, η οποία όμως χρειάζεται όρια, καθώς σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύεις να γίνεις νατουραλιστής. Δεδομένου ότι οι κλασικές ταινίες που προβάλλονταν στην ταινιοθήκη της Κωνσταντινούπολης δεν με εξέφραζαν, ολοκλήρωσα την εκπαίδευσή μου στη γαλλική κινηματογραφία. Ωστόσο, εάν κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν, η παραμονή μου στη Γερμανία με έκανε να αλλάξω στυλ, ενώ την πιο δύσκολη όσο και διαφορετική ταινία της φιλμογραφίας μου, τον Καθρέφτη, την έκανα στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στην Άνδρο. Επίσης, όσο ζούσα στη Γερμανία συνεργάστηκα με τον Βιμ Βέντερς, στον οποίο άρεσε Ο καθρέφτης και με στήριζε πολύ, γεγονός που και πάλι με έκανε να προσανατολιστώ σε ένα νέο στυλ. Σήμερα αισθάνομαι ότι βρίσκομαι πλέον σε ένα διαφορετικό σημείο».
Μιλώντας για τη σχέση του με το ντοκιμαντέρ και το ανάλογο ύφος των ταινιών του, ο κ. Κιράλ εξήγησε: «Αυτό το ύφος το ακολούθησα συνειδητά. Βασικά, χρησιμοποίησα την τεχνική της πολεμικής φωτογραφίας που χρησιμοποιούσαν οι αμερικανοί. Ήθελα να συλλάβω τη στιγμή, όπως ο φακός που συλλαμβάνει τον πληγωμένο στρατιώτη στο μέτωπο. Ο Ηλίας Καζάν όταν είδε την ταινία Γαλάζια Εξορία μου είπε ότι έχω γερές βάσεις. Παράλληλα, όμως, μου υπογράμμισε ότι δεν πρέπει να επικεντρώνομαι σε ένα θέμα κάθε φορά, καθώς και να μην “παίζω” με τον άξονα της ταινίας».
Αναφερόμενος στη διαδικασία επιλογής των ηθοποιών του, ο τούρκος σκηνοθέτης τόνισε: «Αφενός, επιλέγω άτομα των οποίων η εμφάνιση να ταιριάζει στους χαρακτήρες του έργου. Ωστόσο, συχνά επιχειρώ και το εξής παράδοξο: να μην ταιριάζουν εμφανισιακά αλλά διανοητικά, έτσι ώστε να μπορούν να ερμηνεύσουν το χαρακτήρα τους». Επιπλέον, επεσήμανε και τη σημασία που δίνει στην προετοιμασία της ταινίας, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο, προσομοιάζει μεταφορικά σε μια πορνογραφική σχέση, αφού ο ίδιος προτού ξεκινήσει τα γυρίσματα ενός φιλμ περνά περίπου ενάμιση χρόνο με τους ηθοποιούς του, ανταλλάσσοντας απόψεις. Για τον Κιράλ, ξεχωριστή σημασία στη διαδικασία της φιλμικής δημιουργίας έχουν ακόμη και τα πιο ασήμαντα πράγματα, τα οποία όμως στο σινεμά αποδεικνύονται πολύ σημαντικά. «Ένας δημιουργός πρέπει να λαμβάνει υπόψη του πάντα το τυχαίο, τον αέρα που φυσάει, τα φύλλα που θροΐζουν, το φως του ήλιου κλπ. Επίσης, με ενδιαφέρει η κατάσταση των ηθοποιών όταν έχει τελειώσει το έργο, γεγονός που ελάχιστοι σκηνοθέτες το προσέχουν. Ίσως μάλιστα να είναι καλό να κακομαθαίνουμε τους ηθοποιούς όταν έχουν κάνει καλή δουλειά, μιας και όταν πρόκειται για τηλεοπτικούς ηθοποιούς, καλούνται να αφήσουν πίσω τους τη “βρώμα” της τηλεόρασης και να αποκαλύψουν τον εαυτό τους. Οι δουλειές άλλωστε στην τηλεόραση δεν είναι έργα Τέχνης. Στην Τουρκία κανείς δε θέλει να δει τι είναι πραγματικά ένα έργο τέχνης, παρότι υπάρχουν καλοί σκηνοθέτες που γυρίζουν εξαιρετικά έργα», κατέληξε ο κ. Κιράλ.
Σχετικά με το κατά πόσο τολμηρή είναι η ματιά του στις ερωτικές σκηνές των ταινιών του, ο Ερντέν Κιράλ δήλωσε: «Ίσως δε μπορώ να μιλήσω γενικά για αυτό, αν και σε κάποιες σκηνές έχω όντως ξεφύγει. Κάποτε υπήρχε στην Τουρκία η μόδα της φουρνιάς των ταινιών σεξ, ως αντίδραση σε μια μεγάλη τουρκάλα ηθοποιό που αρνούνταν να φιληθεί στις ταινίες της. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει σήμερα, στις παλιές τουρκικές ταινίες οι ηθοποιοί προσποιούνταν ότι φιλιούνται. Παρόλα αυτά, η σεξουαλικότητα στην Τουρκία παραμένει καταπιεσμένη. Η προσέγγιση μου είναι ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι ελεύθερος να εκφράζεται ελεύθερα και αυτό ακριβώς θέλησα να καταδείξω τόσο στον Καθρέφτη όσο και στη Συνείδηση».
Ο Ερντέν Κιράλ δήλωσε εντυπωσιασμένος από την απήχηση που έχουν βρει τα τουρκικά σίριαλ στην Ελλάδα, τα οποία ωστόσο αποτελούν μια συνέχεια των εμπορικών ταινιών της Τουρκίας. Τη στιγμή όμως που τα σίριαλ έχουν γίνει ένας αυτόνομος τομέας παραγωγής, ο κινηματογράφος αδυνατεί να επιτύχει κάτι ανάλογο. «Μετείχα σε 35 σχετικούς φορείς και μάλιστα είπα στον πρωθυπουργό ότι πρέπει να γίνει ένας νόμος που να ρυθμίζει τις λεπτομέρειες για την κινηματογραφική παραγωγή, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει ακόμα κάτι. Έτσι, οι σκηνοθέτες πλέον εκτελούν χρέη και παραγωγού, αφού ο παραδοσιακός κινηματογράφος έχει πια ξεψυχήσει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σημαντικοί δημιουργοί όπως ο Καπλάνογλου και ο Τσεϊλάν να αναγκάζονται να κάνουν δικές τους παραγωγές, από τη στιγμή που δεν υπάρχουν πια οι κλασικοί παραγωγοί», υπογράμμισε ο δημιουργός.
Στη συνέχεια, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από την περίοδο εξορίας που βίωσε ο σκηνοθέτης. «Η εξορία οδηγεί αναπόφευκτα τον άνθρωπο να λογαριαστεί με τον εαυτό του, ενώ παράλληλα του δίνει το χρόνο να λογαριαστεί και με την κοινωνία. Όταν ήμουν εξόριστος στο Βερολίνο κοίταζα από μακριά την Τουρκία προσπαθώντας να καταλάβω γιατί συμβαίνουν όλα αυτά. Όμως δεν πιστεύω στη νοσταλγία, όλη αυτή η εμπειρία της εξορίας με ωφέλησε και προσπάθησα να μην προσβληθώ από αυτή την ασθένεια που λέγεται “νοσταλγία”», τόνισε ο ίδιος. Ο κ. Κιράλ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στο φυλετικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η χώρα του: «Στις ταινίες μου έχω σταθεί ιδιαίτερα στο θέμα της γλώσσας. Τα κουρδικά, για παράδειγμα, ήταν κάποτε απαγορευμένα. Η γλώσσα είναι κάτι πολύ σημαντικό και στην ταινία Μέρες στο Χακάρι προσπάθησα να αναδείξω αυτό το πρόβλημα μέσα από το μήνυμα ότι παρότι δε μιλούν όλοι οι άνθρωποι την ίδια γλώσσα, μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά. Στην Τουρκία υπάρχει εδώ και χρόνια ένα μωσαϊκό ανθρώπων που δε χάλασε και δεν πρέπει με τίποτα να χαλάσει. Όλα αυτά είναι πολύ δύσκολο να αποτυπωθούν σε μια ταινία, καθώς η κατάσταση στη νοτιοανατολική Τουρκία παραμένει δύσκολη. Προσωπικά, επιλέγω να την αποτυπώνω κάπως υπερβολικά, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν σα να κάνω μια ειδησεογραφική ταινία. Όταν βάζω ένα δικό μου ‘’άρωμα’’ σε μια ταινία, αυτή η πραγματικότητα μεταμορφώνεται σε κινηματογράφο».
Μιλώντας για τα μελλοντικά σχέδιά του, ο Ερντέν Κιράλ αποκάλυψε ότι ξεκινά άμεσα μια καινούργια ταινία, ενώ ξεκαθάρισε ότι παρά την εκτίμησή του στο ντοκιμαντέρ, θα συνεχίσει να γυρίζει ταινίες μυθοπλασίας. Στη συνέχεια, πάντως, η συζήτηση επανήλθε στο παρασκήνιο των γυρισμάτων του Καθρέφτη στην Άνδρο. «Την παραγωγή είχε αναλάβει ένας παραγωγός από την Αθήνα σε συνεργασία με αρκετούς γάλλους και γερμανούς. Οι έλληνες συνεργάτες μας ήταν συνδικαλιστές του κομμουνιστικού κόμματος κι αυτό που θυμάμαι έντονα είναι ότι οι έλληνες μετά το 8ωρο παρατούσαν τη δουλειά και μετά ζητούσαν πληρωμή για υπερωρία, κάτι που φυσικά είναι και το σωστό!», εξήγησε ο κ. Κιράλ. Στο κλείσιμο της συνέντευξης Τύπου, ο κ. Δημήτρης Εϊπίδης, αφού ευχαρίστησε τον Ερντέν Κιράλ για την παρουσία του στο 52ο ΦΚΘ, σχολίασε ότι η σημερινή συζήτηση ήταν «ένα καλό μάθημα κινηματογράφου». |