Χώρος λατρείας, αναψυχής, καταφυγής και τόσα άλλα!
Γεμάτος αναμνήσεις που όμως εξακολουθούν να μετατρέπουν το παρελθόν σε παρόν!
Οι νουθεσίες του Πατέρα Παναγιώτη, η κ. Μαρία, η κ. Γιολάντα, η κ. Ευγενία και φυσικά ο πάτερ Κύριλλος, φύλακας άγγελος όλων!
Στο περιβόλι του πια, με τη χάρη των Αρχαγγέλων, μια όαση ψυχής, που μπορείς να χαθείς στο χώρο και στον χρόνο !
Όπου και να πέσει το βλέμμα, ξυπνούν ιστορίες, παιδικές φωνές, δημιουργίες κυρίως χαρακτήρων και Ανθρώπων!
Τα βήματα της ζωής, από παιδικό παιχνίδι εξελίχθηκαν σε θεμέλια επιβίωσης!
Πως να μην νιώθεις τυχερός για όσα κέρδισες!
Η ιστορία του ναού
Στο βορειοανατολικό τμήμα της Άνω Πόλης της Θεσσαλονίκης, στην οδό Θεοτοκοπούλου, λίγο πριν τη διασταύρωσή της με την οδό Ακροπόλεως, βρίσκεται ο ναός των Ταξιαρχών, η ανέγερση του οποίου τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Πρόκειται για ένα οικοδόμημα αποτελούμενο από μία κεντρική ξυλόστεγη αίθουσα, η οποία περιβάλλεται στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά της από περίστωο. Το περίστωο, χαρακτηριστικό στοιχείο της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής της πόλης στον 14ο αιώνα, καλύπτεται με μονόριχτες στέγες, απολήγει στα ανατολικά σε δύο τετράγωνα διαμερίσματα-παρεκκλήσια, ενώ στην αρχική του μορφή θα ήταν ανοικτό στη δυτική και τη νότια πλευρά. Οι εξωτερικές επιφάνειες του κτηρίου παρουσιάζουν τη συνηθισμένη πλαστική διαμόρφωση των υστεροβυζαντινών ναών της Θεσσαλονίκης, με επάλληλα τυφλά αψιδώματα, κτιστούς κιονίσκους και οδοντωτές ταινίες, απλές ή διπλές. Αξιοσημείωτο είναι ότι στο ισόγειο της εκκλησίας διαμορφώνεται κρύπτη, στην οποία σχηματίζονται στοές. Στους τοίχους των στοών ανοίγονται τρίπλευροι χώροι που χρησίμευαν ως τάφοι, πιθανότατα μοναχών, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μνημείο ήταν σε πρώτη φάση το καθολικό ενός άγνωστου σήμερα μικρού βυζαντινού μοναστηριού. Από τη ζωγραφική διακόσμηση του ναού διασώθηκαν δύο μόνο τοιχογραφίες, στο ανατολικό και στο δυτικό αέτωμα, οι οποίες χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα και παριστάνουν αντίστοιχα την Ανάληψη του Χριστού και την Πεντηκοστή.
Πως να μην νιώθεις τυχερός για όσα κέρδισες!
Η ιστορία του ναού
Στο βορειοανατολικό τμήμα της Άνω Πόλης της Θεσσαλονίκης, στην οδό Θεοτοκοπούλου, λίγο πριν τη διασταύρωσή της με την οδό Ακροπόλεως, βρίσκεται ο ναός των Ταξιαρχών, η ανέγερση του οποίου τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Πρόκειται για ένα οικοδόμημα αποτελούμενο από μία κεντρική ξυλόστεγη αίθουσα, η οποία περιβάλλεται στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά της από περίστωο. Το περίστωο, χαρακτηριστικό στοιχείο της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής της πόλης στον 14ο αιώνα, καλύπτεται με μονόριχτες στέγες, απολήγει στα ανατολικά σε δύο τετράγωνα διαμερίσματα-παρεκκλήσια, ενώ στην αρχική του μορφή θα ήταν ανοικτό στη δυτική και τη νότια πλευρά. Οι εξωτερικές επιφάνειες του κτηρίου παρουσιάζουν τη συνηθισμένη πλαστική διαμόρφωση των υστεροβυζαντινών ναών της Θεσσαλονίκης, με επάλληλα τυφλά αψιδώματα, κτιστούς κιονίσκους και οδοντωτές ταινίες, απλές ή διπλές. Αξιοσημείωτο είναι ότι στο ισόγειο της εκκλησίας διαμορφώνεται κρύπτη, στην οποία σχηματίζονται στοές. Στους τοίχους των στοών ανοίγονται τρίπλευροι χώροι που χρησίμευαν ως τάφοι, πιθανότατα μοναχών, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μνημείο ήταν σε πρώτη φάση το καθολικό ενός άγνωστου σήμερα μικρού βυζαντινού μοναστηριού. Από τη ζωγραφική διακόσμηση του ναού διασώθηκαν δύο μόνο τοιχογραφίες, στο ανατολικό και στο δυτικό αέτωμα, οι οποίες χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα και παριστάνουν αντίστοιχα την Ανάληψη του Χριστού και την Πεντηκοστή.
Φωτο
Μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους το 1430 η εκκλησία των Ταξιαρχών μετατράπηκε από τον Gazi Hüseyin Bey σε μουσουλμανικό τέμενος και απέκτησε μιναρέ, ο οποίος έφερε διπλό εξώστη. Εξαιτίας αυτού του ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού στοιχείου του μιναρέ, στην περίοδο της τουρκοκρατίας το οικοδόμημα αποκαλούνταν «İki Şerife τζαμί», δηλαδή «τζαμί με τους δύο εξώστες». Σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία και την τοπική παράδοση, οι δύο εξώστες συμβόλιζαν τους δύο μεγάλους Αρχαγγέλους, τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ. Η μακραίωνη χρήση του μνημείου ως μουσουλμανικό τέμενος προξένησε πολλές αλλοιώσεις στο κτήριο, ενώ υπήρξαν και μεταγενέστερες προσθήκες: με σκοπό τη διεύρυνση του ναού, στα νεότερα χρόνια κατασκευάστηκε στενός και κλειστός νάρθηκας στη δυτική πλευρά, ενώ στη νότια πλευρά διαμορφώθηκε ένα καινούργιο κλίτος. |